Όλα του γάμου δύσκολα ή αναζητούνται τρόποι προκειμένου να
δημιουργηθεί νέο πρόβλημα στις ελληνικές τράπεζες; Και η
ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών αποτελεί άραγε κρατική ενίσχυσή τους, με
την κλασσική έννοια του όρου ή όσοι προωθούν αυτήν την άποψη, υπηρετούν
άλλα συμφέροντα;
Εύκολες απαντήσεις σε δύσκολα θέματα, πολύ περισσότερο όταν αυτά
άπτονται της ύπαρξης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, φυσικά και δεν
υπάρχουν.
Ακριβώς για το λόγο αυτό το "S&B", σε σχέση με το αν τα χρήματα που δόθηκαν για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών αποτελούν ή όχι κρατική ενίσχυση, έψαξε το θέμα, απευθυνόμενο σε έγκυρους νομικούς, ούτως ώστε να υπάρξει μία ξεκάθαρη απάντηση επί των αμφιβολιών που εγείρονται από ορισμένες πλευρές.
Οι τράπεζες, λοιπόν, δεν υπόκεινται στην έννοια των κρατικών ενισχύσεων, όπως για παράδειγμα είχε συμβεί παλαιότερα με την Oλυμπιακή και άλλες ελληνικές εταιρείες. Οι επιχειρήσεις αυτές ουσιαστικά πριμοδοτούνταν από το ελληνικό Δημόσιο, για να ανταπεξέλθουν στον διεθνή και δη στον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό.
Ακριβώς γι' αυτό το λόγο, η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ε.Ε., θεωρώντας ότι καταστρατηγούνταν οι κανόνες του υγιούς ανταγωνισμού, επενέβαινε και επέβαλλε πρόστιμα στις επιχειρήσεις αυτές, θεωρώντας ότι κακώς έπαιρναν έμμεσες επιδοτήσεις από το κράτος.
Στην περίπτωση των τραπεζών, όμως, δεν ισχύει το ίδιο, καθώς η ανακεφαλαιοποίησή τους κατέστη αναγκαία λόγω εξαΰλωσης των κεφαλαίων τους, από τη διαδικασία του PSI και για το λόγο αυτό δημιουργήθηκε το ΤΧΣ, ώστε να στηρίξει τη βιωσιμότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Η θέση που εκφράζουν έγκυροι νομικοί κύκλοι είναι ότι δεν τίθεται καν θέμα άνισου ανταγωνισμού και κρατικών ενισχύσεων στην περίπτωση των ελληνικών τραπεζών, ακριβώς για τους προαναφερόμενους λόγους.
Άλλωστε, και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος σε πρόσφατη συνέντευξή του ήταν ξεκάθαρος, δηλώνοντας ότι το ΤΧΣ διαθέτει ακόμα ένα ικανοποιητικό "μαξιλάρι" κεφαλαίων, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει για την ενίσχυση οποιασδήποτε ελληνικής τράπεζας χρειάζεται και άλλα κεφάλαια.
Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι, κατά πληροφορίες μας, η JPMorgan, πρότεινε στην ελληνική κυβέρνηση - και η πλευρά Στουρνάρα το δέχθηκε - ότι αν τα εναπομείναντα κεφάλαια των 10,6 δισ. της ανακεφαλαιοποίησης τελικά περισσέψουν, ένα ποσό της τάξης των 4,4 δισ. ευρώ να διατεθεί για να κλείσει κάποιο χρηματοδοτικό κενό της χώρας.
Δεν είναι, βεβαίως, τόσο απλό να προχωρήσει κάτι τέτοιο, καθώς απαιτείται έγκριση, αρχικά από την ΕΚΤ και στη συνέχεια και από την Τρόικα.
Ακριβώς για το λόγο αυτό το "S&B", σε σχέση με το αν τα χρήματα που δόθηκαν για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών αποτελούν ή όχι κρατική ενίσχυση, έψαξε το θέμα, απευθυνόμενο σε έγκυρους νομικούς, ούτως ώστε να υπάρξει μία ξεκάθαρη απάντηση επί των αμφιβολιών που εγείρονται από ορισμένες πλευρές.
Οι τράπεζες, λοιπόν, δεν υπόκεινται στην έννοια των κρατικών ενισχύσεων, όπως για παράδειγμα είχε συμβεί παλαιότερα με την Oλυμπιακή και άλλες ελληνικές εταιρείες. Οι επιχειρήσεις αυτές ουσιαστικά πριμοδοτούνταν από το ελληνικό Δημόσιο, για να ανταπεξέλθουν στον διεθνή και δη στον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό.
Ακριβώς γι' αυτό το λόγο, η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ε.Ε., θεωρώντας ότι καταστρατηγούνταν οι κανόνες του υγιούς ανταγωνισμού, επενέβαινε και επέβαλλε πρόστιμα στις επιχειρήσεις αυτές, θεωρώντας ότι κακώς έπαιρναν έμμεσες επιδοτήσεις από το κράτος.
Στην περίπτωση των τραπεζών, όμως, δεν ισχύει το ίδιο, καθώς η ανακεφαλαιοποίησή τους κατέστη αναγκαία λόγω εξαΰλωσης των κεφαλαίων τους, από τη διαδικασία του PSI και για το λόγο αυτό δημιουργήθηκε το ΤΧΣ, ώστε να στηρίξει τη βιωσιμότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Η θέση που εκφράζουν έγκυροι νομικοί κύκλοι είναι ότι δεν τίθεται καν θέμα άνισου ανταγωνισμού και κρατικών ενισχύσεων στην περίπτωση των ελληνικών τραπεζών, ακριβώς για τους προαναφερόμενους λόγους.
Άλλωστε, και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος σε πρόσφατη συνέντευξή του ήταν ξεκάθαρος, δηλώνοντας ότι το ΤΧΣ διαθέτει ακόμα ένα ικανοποιητικό "μαξιλάρι" κεφαλαίων, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει για την ενίσχυση οποιασδήποτε ελληνικής τράπεζας χρειάζεται και άλλα κεφάλαια.
Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι, κατά πληροφορίες μας, η JPMorgan, πρότεινε στην ελληνική κυβέρνηση - και η πλευρά Στουρνάρα το δέχθηκε - ότι αν τα εναπομείναντα κεφάλαια των 10,6 δισ. της ανακεφαλαιοποίησης τελικά περισσέψουν, ένα ποσό της τάξης των 4,4 δισ. ευρώ να διατεθεί για να κλείσει κάποιο χρηματοδοτικό κενό της χώρας.
Δεν είναι, βεβαίως, τόσο απλό να προχωρήσει κάτι τέτοιο, καθώς απαιτείται έγκριση, αρχικά από την ΕΚΤ και στη συνέχεια και από την Τρόικα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ο σχολιασμός επιτρέπεται μόνο σε εγγεγραμμένους χρήστες