Επιχειρήσεις: Φουντώνουν τα παράπονα για ρευστότητα
του Στέφανου Κοτζαμάνη
Έκδηλη είναι η δυσφορία των επιχειρήσεων για τη συνεχιζόμενη αφαίμαξη
κεφαλαίων. Τι δηλώνουν εισηγμένες εταιρείες και φορείς για την κρίση
ρευστότητας ακόμη και μετά την ανακεφαλαιοποίηση. Τι λένε οι τραπεζίτες.
Φουντώνει η δυσφορία του επιχειρηματικού κόσμου για την ολοένα και μεγαλύτερη έλλειψη ρευστότητας
που παρατηρείται στην πραγματική οικονομία, ακόμη και μετά την επιτυχή
ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία -αλλά και με βάση τις μαρτυρίες
παραγόντων της αγοράς-, η πιστωτική επέκταση στην ελληνική οικονομία (υπόλοιπο δανείων προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά) συνεχίζει να είναι αρνητική, δηλαδή οι τράπεζες εξακολουθούν να ρουφάνε ρευστότητα από την πραγματική οικονομία.
Ανάλογα συμπεράσματα προκύπτουν έμμεσα και από τη μειωμένη έκθεση των ελληνικών τραπεζών προς το σύστημα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αυτό σημαίνει πως η μερίδα του λέοντος των αντληθέντων κεφαλαίων (ανακεφαλαιοποίηση, αύξηση καταθέσεων από τον Ιούνιο του 2012) επέστρεψε στην ΕΚΤ.
Η κυβέρνηση μεταθέτει τώρα το ζήτημα της ρευστότητας γύρω στα τέλη του έτους ελπίζοντας σε κάποια τόνωση της αγοράς από:
α) Την όποια χρηματοδότηση προέλθει από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
β) Την εξόφληση των υποχρεώσεων του δημοσίου προς τους προμηθευτές, ποσό που προσεγγίζει τα 6-7 δισ. ευρώ (σε μεγάλο βαθμό αυτό θα καταλήξει στα γκισέ των τραπεζών, αν φυσικά καταβληθεί πρώτα στους δικαιούχους).
γ) Τυχόν αύξηση του υπολοίπου των καταθέσεων.
Επί του παρόντος ωστόσο, πολλές επιχειρήσεις διαμαρτύρονται έντονα υποστηρίζοντας ότι η τρέχουσα κατάσταση αυξάνει μέρα με τη μέρα τα προβλήματά τους, μειώνοντας ολοένα και περισσότερο τις δυνατότητες επιβίωσής τους.
Για παράδειγμα, η εκπρόσωπος του βασικού μετόχου της Δίας Ιχθυοκαλλιέργειες, Ανίτα Χάμιλτον, μιλώντας στον ξένο τύπο παραδέχτηκε πως την τελευταία τριετία ο εισηγμένος όμιλος αναγκάστηκε να λειτουργεί με ψάρια χαμηλού μέσου βάρους και πως παρά το γεγονός ότι είχε συμμορφωθεί με όλες τις συστάσεις των πιστωτριών τραπεζών εκείνες δεν έχουν προχωρήσει μέχρι σήμερα στην απαιτούμενη χρηματοδότηση.
Με άλλα λόγια, η ήδη βεβαρημμένη από το 2010 με πολλά δάνεια εταιρεία, λόγω της τραπεζικής πίεσης, αναγκάστηκε να πουλάει ψάρια μικρού βάρους για να μειώσει το κόστος των τροφών και να εισπράξει χρήμα πιο γρήγορα. Κάτι τέτοιο όμως αποδείχτηκε στην πράξη καταστροφικό.
Πρώτον, γιατί ο όμιλος λόγω της πώλησης ψαριών μικρού βάρους είχε ζημία, γεγονός που απεικονίστηκε και στις λογιστικές καταστάσεις της τελευταίας διετίας. Και δεύτερον, γιατί οι μαζικές πωλήσεις μικρών ψαριών από έναν σημαντικό «παίκτη» όπως η Δίας (αλλά και από άλλες εταιρείες με ζητήματα ρευστότητας) επηρέασαν πτωτικά τις τιμές, εντείνοντας τα προβλήματα για ολόκληρο τον κλάδο!
Παράπονα για τη στάση των τραπεζών εξέφρασε πρόσφατα και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων Κλωστοϋφαντουργών (ΣΕΒΚ) Ελευθέριος Κούρταλης, δηλώνοντας πως «οι επιχειρήσεις περίμεναν, επιτέλους, ότι με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών η ρευστότητα θα επέστρεφε στη χειμαζόμενη αγορά, πράγμα που δεν συνέβη μέχρι σήμερα και ούτε προβλέπεται να συμβεί μέχρι το τέλος του 2013».
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΒΚ, οι τράπεζες όχι δεν δίνουν φρέσκο χρήμα στις επιχειρήσεις, αλλά επιπλέον πιέζουν συνεχώς και για μείωση των υπαρχόντων πιστωτικών ορίων. «Υπάρχουν εταιρείες που έχουν περιορίσει τις εξαγωγές επειδή δεν μπορούν να χρηματοδοτήσουν την αγορά πρώτης ύλης», δήλωσε στο Euro2day.gr άλλο υψηλόβαθμο στέλεχος του κλάδου.
Καυστικοί για τη στάση των τραπεζών υπήρξαν πρόσφατα και οι βασικοί μέτοχοι της Nutriart (οικογένεια Δαυίδ). Και αυτό γιατί παρά το γεγονός ότι οι ίδιοι έβαλαν το χέρι στην τσέπη χρηματοδοτώντας την εταιρεία οι τράπεζες καθυστέρησαν τόσο πολύ ώστε τα χρήματα του βασικού μετόχου να χαθούν σε μισθούς και σταθερές δαπάνες, σε μια περίοδο όπου λόγω της έλλειψης τραπεζικής χρηματοδότησης η Nutriart δεν μπορούσε να υλοποιήσει το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης.
Το ίδιο παράπονο (αντί για άμεση εκταμίευση όλου του ποσού, καταβολή κάποιων μετρητών σε αραιά διαστήματα...) έχουν εκφράσει και πολλές άλλες εταιρείες, ενώ εξίσου συχνές είναι και οι διαμαρτυρίες για την «ακαμψία» των τραπεζών να συμφωνήσουν γρήγορα σε ένα κούρεμα δανείου, με στόχο την προσέλκυση νέου επενδυτή.
Ενδεικτική ήταν παλαιότερα η περίπτωση αμερικανικού fund που έδινε προ τριετίας «ζεστά» αρκετές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ (και δέσμευση για μερική αποπληρωμή και άλλων ποσών) με στόχο να αποκτήσει την (κατα)πτωχευμένη Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία στη μετά Λαναρά εποχή. Το αποτέλεσμα ήταν η αποχώρηση του fund μετά από υπερδωδεκάμηνες διαπραγματεύσεις και η χαμένη ευκαιρία των τραπεζών να ανακτήσουν ένα σημαντικό μέρος των χαμένων κεφαλαίων τους.
Σε ανάλογο μήκος κύματος για τις τράπεζες κινούνται και οι δηλώσεις γενικού διευθυντή εισηγμένης εμπορικής εταιρείας: «Δεν μας δίνουν χρηματοδότηση να αγοράσουμε εμπόρευμα και έτσι αναγκαζόμαστε να περιοριζόμαστε μόνο στους προμηθευτές που μας χορηγούν μεγάλες πιστώσεις. Αυτό όμως έχει προκαλέσει σημαντική επιβάρυνση τόσο στο κόστος των αγορών μας, όσο και στην ποιότητα των προϊόντων μας. Οι επιπτώσεις είναι κάτι παραπάνω από εμφανείς στην πορεία της εταιρείας την τελευταία διετία».
Ο αντίλογος των τραπεζών
Οι τράπεζες από την πλευρά τους αποφεύγουν να μιλήσουν δημόσια για το θέμα, πέρα από τη γενική τοποθέτηση ότι ζούμε σε μια περίοδο πιστωτικής στενότητας και εκείνες κάνουν ό,τι μπορούν -στο μέτρο του δυνατού- για να στηρίξουν τους πελάτες τους.Off the record, ωστόσο, σημειώνουν πως πολλές φορές οι επιχειρηματίες δεν λένε όλη την αλήθεια. Οι τελευταίοι συχνά ζητούν από τις τράπεζες να αναλάβουν όλο το ρίσκο της διάσωσης των εταιρειών τους, χωρίς οι ίδιοι να είναι διατεθειμένοι να βάλουν το χέρι στην τσέπη, ή να δώσουν μια εγγύηση παραπάνω.
Άλλες φορές, παρουσιάζουν σχέδια αναδιάρθρωσης γραμμένα στο πόδι, που δεν έχουν καμιά πιθανότητα επιτυχίας. Και σε κάποιες άλλες μάλιστα περιπτώσεις, αφήνονται και μομφές σχετικά με την... ηθική στάση κάποιων επιχειρηματιών.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, κύκλοι προσκείμενοι στις τράπεζες αναγνωρίζουν πως οι σημερινές χρηματοδοτικές δυνατότητες των τραπεζών είναι περιορισμένες και τα προβλήματα είναι πολλά και πρέπει να αντιμετωπιστούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα μέσα σε κλίμα συνεργασίας με τις διοικήσεις.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ο σχολιασμός επιτρέπεται μόνο σε εγγεγραμμένους χρήστες