"Μία συνεφιασμένη ημέρα, ένας άντρας με το άλογο και το σκύλο του, περπατούσαν ανέμελοι στο δάσος. Καθώς περνούσαν κάτω από ένα ψηλό δέντρο, ένας κεραυνός τους χτύπησε και τους σκότωσε ακαριαία.
Ο άντρας δεν συνειδητοποίησε ότι είναι πια νεκρός, (καθώς χρειάζεται κάποιος χρόνος για να συνειδητοποιήσει κανείς ότι έχει πεθάνει) και συνέχισε να περπατάει με το άλογο και το σκύλο του στο δάσος. Ο δρόμος ήταν πολύ μακρύς και αυτοί εξαντλημένοι διψούσαν αφόρητα !
Έφτασαν κάποτε σε μια μαρμάρινη πύλη, που οδηγούσε σε μία εκθαμβωτική πλατεία,
στρωμένη με χρυσές πλάκες, στο κέντρο της οποίας ύπηρχε μια γάργαρη πηγή με χρυσούς κρουνούς. Την πύλη φύλαγε ένας στρατιώτης, που χαιρέτησε τους τρείς
ταξιδιώτες. Ο άντρας τον ρώτησε πως ονομάζεται αυτό το πανέμορφο μέρος !
Εδώ είναι ο Παράδεισος, απάντησε ο Φύλακας. Ο άντρας αν και παραξενεύτηκε, ζήτησε την άδεια να εισέλθει με τα ζώα του και να ξεδιψάσουν απο την πηγή. Εσείς κύριε μπορείτε να περάσετε ελεύθερα. Τα ζώα σας όμως Όχι, απάντησε με επιβλητική φωνή ο φύλακας. Ο άντρας με δυσκολία αρνήθηκε την ιδέα να πιεί μόνος του νερό, καθώς όπως είπαμε διψούσε αφόρητα !
Συνέχισε λοιπόν την πορεία με τα ζώα του στο δάσος... Μετά από πολλές ώρες εξαντλητικής πορείας έφτασαν σε μία άλλη παλιά ξύλινη πύλη, όπου δίπλα της κάθονταν ένας χαμογελαστός και ευγενικός γέροντας. Στο βάθος της πύλης φαινόταν μια πηγή με κρυστάλινο νερό που ανέβλυζε από ένα βράχο.
Ο γέροντας βλέποντας τους καταπονημένους τους έκανε νόημα να περάσουν και να πιουν ελεύθερα. Αφού ξεδίψασαν, ο άντρας ευχαρίστησε θερμά το γέροντα. Πώς λέγεται αυτό το ευλογημένο μέρος ρώτησε με απορία. Εδώ είναι ο Παράδεισος, είπε ο γέροντας με καλοσύνη.
Ο άντρας αφού έμεινε άφωνος για λίγο, ρώτησε ξανά. Μα πώς... Ο παράδεισος ήταν στη μαρμάρινή πύλη πολύ μακριά από εδώ... Εκεί αδελφέ μου είναι η Κόλαση, απάντησε με φυσικότητα ο γέροντας ! Ο άντρας τότε σαστισμένος και φανερά εκνευρισμένος απάντησε:
Θα πρέπει να τους απαγορεύσετε να χρησιμοποιούν το ονομά σας, γιατί πολλοί άνθρωποι μπορεί να παραπλανηθούν...
Σε καμία περίπτωση απάντησε ο γέροντας... Στην πραγματικότητα μας κάνουν και μεγάλη χάρη... Γιατί εκεί παραμένουν οι άνθρωποι που είναι ικανοί να εγκαταλείψουν τους καλύτερούς τους φίλους....
Paulo Coelho."
Ο άντρας δεν συνειδητοποίησε ότι είναι πια νεκρός, (καθώς χρειάζεται κάποιος χρόνος για να συνειδητοποιήσει κανείς ότι έχει πεθάνει) και συνέχισε να περπατάει με το άλογο και το σκύλο του στο δάσος. Ο δρόμος ήταν πολύ μακρύς και αυτοί εξαντλημένοι διψούσαν αφόρητα !
Έφτασαν κάποτε σε μια μαρμάρινη πύλη, που οδηγούσε σε μία εκθαμβωτική πλατεία,
στρωμένη με χρυσές πλάκες, στο κέντρο της οποίας ύπηρχε μια γάργαρη πηγή με χρυσούς κρουνούς. Την πύλη φύλαγε ένας στρατιώτης, που χαιρέτησε τους τρείς
ταξιδιώτες. Ο άντρας τον ρώτησε πως ονομάζεται αυτό το πανέμορφο μέρος !
Εδώ είναι ο Παράδεισος, απάντησε ο Φύλακας. Ο άντρας αν και παραξενεύτηκε, ζήτησε την άδεια να εισέλθει με τα ζώα του και να ξεδιψάσουν απο την πηγή. Εσείς κύριε μπορείτε να περάσετε ελεύθερα. Τα ζώα σας όμως Όχι, απάντησε με επιβλητική φωνή ο φύλακας. Ο άντρας με δυσκολία αρνήθηκε την ιδέα να πιεί μόνος του νερό, καθώς όπως είπαμε διψούσε αφόρητα !
Συνέχισε λοιπόν την πορεία με τα ζώα του στο δάσος... Μετά από πολλές ώρες εξαντλητικής πορείας έφτασαν σε μία άλλη παλιά ξύλινη πύλη, όπου δίπλα της κάθονταν ένας χαμογελαστός και ευγενικός γέροντας. Στο βάθος της πύλης φαινόταν μια πηγή με κρυστάλινο νερό που ανέβλυζε από ένα βράχο.
Ο γέροντας βλέποντας τους καταπονημένους τους έκανε νόημα να περάσουν και να πιουν ελεύθερα. Αφού ξεδίψασαν, ο άντρας ευχαρίστησε θερμά το γέροντα. Πώς λέγεται αυτό το ευλογημένο μέρος ρώτησε με απορία. Εδώ είναι ο Παράδεισος, είπε ο γέροντας με καλοσύνη.
Ο άντρας αφού έμεινε άφωνος για λίγο, ρώτησε ξανά. Μα πώς... Ο παράδεισος ήταν στη μαρμάρινή πύλη πολύ μακριά από εδώ... Εκεί αδελφέ μου είναι η Κόλαση, απάντησε με φυσικότητα ο γέροντας ! Ο άντρας τότε σαστισμένος και φανερά εκνευρισμένος απάντησε:
Θα πρέπει να τους απαγορεύσετε να χρησιμοποιούν το ονομά σας, γιατί πολλοί άνθρωποι μπορεί να παραπλανηθούν...
Σε καμία περίπτωση απάντησε ο γέροντας... Στην πραγματικότητα μας κάνουν και μεγάλη χάρη... Γιατί εκεί παραμένουν οι άνθρωποι που είναι ικανοί να εγκαταλείψουν τους καλύτερούς τους φίλους....
Paulo Coelho."
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ο σχολιασμός επιτρέπεται μόνο σε εγγεγραμμένους χρήστες