Αγαπητό Fimotro,
Σου στέλνω φωτογραφία της πρώτης παρουσιάστριας της Ελληνικής Τηλεόρασης που ξεκίνησε στις 23/2/1966 κα Ελένη Κυπραίου. Ζει μόνιμα με αξιοπρέπεια στην Αίγινα, και ασχολείται με αγάπη και ενδιαφέρον σε γεωργικές εργασίες των κτημάτων της.
--------------------------------------------------------------
Σ.Σ. Ποια είναι όμως πραγματικά η κα Ελένη Κυπραίου; Απλά , η πρώτη παρουσιάστρια της ελληνικής τηλεόρασης;;
Ελένη Κυπραίου
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Όμως αργότερα συνέχισε μουσικές σπουδές στο Ωδείο της Λυών στη Γαλλία. Σπούδασε επίσης στο φιλολογικό τμήμα του Πανεπιστημίου της Σορβόνης καθώς επίσης και στις Δραματικές Σχολές των Ζιράρ και Σιμόν και στο Ωδείο δραματικής τέχνης στο Παρίσι. Σε νεαρή ηλικία εμφανίζεται ως ζωγράφος με πρώτη έκθεσή της στην Αθήνα το 1954.
Εργάσθηκε σε μεταφράσεις στο Παρίσι (1955-1957) καθώς και σε μεταφράσεις κινηματογραφικών έργων για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση και συνέχισε μετά την επιστροφή της στην Ελλάδα στην Ελληνική ραδιοφωνία ΕΙΡ (1957-1966), στη τηλεόραση (1966-1972) και στο Εθνικό Θέατρο (1958-1966). Υπήρξε επίσης συνεργάτης της τότε ΥΕΝΕΔ (Υπηρεσίας Ενημερώσεως Ενόπλων Δυνάμεων).
Έχει γράψει πέντε τόμους της τηλεοπτικής εκπομπής "Τέχνη και Λόγος" καθώς και τα δοκίμια "Αντίδραση και παράκληση". Είναι μέλος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών.
Με το Εθνικό Θέατρο έχει περιοδεύσει σε πολλές χώρες και εκπροσώπησε την Ελληνική Ραδιοφωνία στο Παρίσι το 1964 όπου και έλαβε στον εκεί διεθνή διαγωνισμό το Α' Βραβείο ραδιοφωνικής εκπομπής.
Ομιλεί Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά και Ιταλικά. Είναι μόνιμος κάτοικος Παλαιού Ψυχικού (Αθήνα).( σ.σ. της ΑΙΓΙΝΑΣ πλέον)...
- Στις 23 Φεβρουαρίου 1966 και ώρα 18.30 με τη φράση της: "Καλησπέρα σας, από σήμερα ..." εγκαινίασε την πρώτη επίσημη τηλεοπτική εκπομπή, του τότε ΕΙΡ, που ήταν δίωρη (18.30-20.30), υπό τη καλλιτεχνική διεύθυνση και σκηνοθεσία του Γιώργου Κάρτερ.
==========================
Ελένη Κυπραίου: Ούτε Άγγελοι Ούτε Άγιοι
Μας υποδέχεται στο μικρό καθιστικό του σπιτιού της ένα
χειμωνιάτικο απόβραδο ντυμένη με αθλητική φόρμα (μόλις επέστρεψε από
τους Κατόπηδες, όπου είχε ανέβει μόνη της με τρακτέρ να
κάνει μερικές εργασίες που ήθελε στο χωράφι της, γιατί είναι
κακοτράχαλος ο δρόμος και δεν έβρισκε εργάτη πρόθυμο να το αναλάβει.)
Στο τζάκι καίει μια φιλόξενη φωτιά, στον καναπέ δυο πανέμορφα,
μεγαλόσωμα σκυλιά κοιμούνται αγκαλιασμένα, ένα τρίτο, μικρότερο
περιφέρεται στα πόδια μας. Το καλοκαίρι μόλις, είχε
χτυπήσει το πόδι της και κυκλοφορούσε με πατερίτσες, εν μέσω της θητείας
της ως πρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής του Φ.Φ. – αλλά κυκλοφορούσε,
δεν το έβαλε στιγμή κάτω. Και τρεις μήνες μετά ρισκάρει να τσακίσει τη
μέση της ανεβαίνοντας στα κατσάβραχα με το τρακτέρ. Μια ζωντανή
περιπέτεια η κάθε της μέρα στα 75 της χρόνια. Και η ζωή της ολόκληρη ένα
απίστευτο έπος.
Η Ελένη Κυπραίου γεννήθηκε το 1937 και πέρασε τα πρώτα της χρόνια στη Βηρυτό του Λίβανου, όπου διετέλεσε ο πατέρας της πρέσβης για μια δεκαετία. Από μικρή μυείται στη μουσική – πιάνο, τραγούδι – χάρη στη βιολοντσελίστα μητέρα της, την πρώτη καθηγήτρια του Σκαλκώτα. Μα η σχέση της με τις τέχνες δε σταματάει εκεί. Στα 17 παρουσιάζει την πρώτη της έκθεση ως ζωγράφος, ενασχόληση που θα της κρατήσει ως τα 23 της. («Ήθελα να ζωγραφίζω μέσα σε μια έξαρση χαράς, αλλά όποτε την έβρισκα μού ερχόταν μια κατραπακιά, οπότε τα παράτησα».) Ακολουθούν οι σπουδές της, μουσική στο Ωδείο της Λυών, φιλολογία στη Σορβόννη, υποκριτική σε δραματικές σχολές του Παρισιού. Κι η κατοπινή της καριέρα, όμως, ακούγεται εξίσου μακριά από την καλλιέργεια της γης και τους καρπούς της: συγγραφέας, ηθοποιός του Εθνικού Θεάτρου, μεταφράστρια, εκφωνήτρια ραδιοφωνικών εκπομπών και η πρώτη ελληνίδα τηλεπαρουσιάστρια. Στις 23 Φεβρουαρίου του ’66, 6.30 το απόγευμα, σηκώνει την αυλαία της κρατικής τηλεόρασης, με τη φράση, «Καλησπέρα σας, από σήμερα…»
«‘Ήμουν η μοναδική υπάλληλος της τότε ΕΙΡ. Δεν υπήρχε άλλος. Εγώ τα έκανα όλα, κι έφτιαχνα τις εκπομπές, και τις παρουσίαζα, κι έλεγα τις ειδήσεις, τα πάντα. Αφού ήταν να γεννήσω την κόρη μου και μου έλεγαν, Δε μπορείς να το αναβάλεις;»
Έρχεται η χούντα, τη διώχνει σε πρώτη φάση, μετά την ξαναπαίρνει, και το ίδιο βιολί επαναλαμβάνεται με όλες τις κυβερνήσεις που συνάντησε στο δρόμο της. «Και η Ν.Δ. μ’ έδιωξε, και το ΠΑΣΟΚ – δυο φορές – και οι αποστάτες με είχαν διώξει. Ήθελαν όλοι τους δικούς τους.»
Έχετε ζήσει από μέσα τις δομές της εξουσίας στη χώρα μας τα τελευταία 50 χρόνια. Τι έχετε να πείτε για τους πολιτικούς και τις παρατάξεις με τις οποίες συνεργαστήκατε;
«Οξού όλοι! Όχι όξω, οξού! Και οι 300! Αλλά δεν είναι μόνο οι πολιτικοί και τα κόμματα, είναι η ίδια μας η κοινωνία. Είμαστε πολύ πίσω από τα γεγονότα, έτη φωτός πίσω. Ο κόσμος δεν καταλαβαίνει τίποτε.»
Τι πιστεύετε πως φταίει γι αυτό;
«Υπάρχει έλλειμμα αγάπης στην Ελλάδα. Όλοι αυτοί που βάζουνε φωτιές, που πετάνε τα σκουπίδια τους… για μένα υπάρχουν δυο ειδών έλληνες. Αυτοί που αγαπούν τη χώρα κι αυτοί που όχι μόνο δεν την αγαπούν, αλλά έχουν και μίσος, μια μανία καταστροφής.»
Θα ήθελα να μπορώ να σας πάω κόντρα, αλλά δυστυχώς ξέρουμε όλοι ότι κάπως έτσι είναι τα πράγματα. Οπότε τι προτείνετε σαν τρόπο δράσης;
«Για μένα η λύση είναι το προσωπικό παράδειγμα. Να κάνεις ό, τι καλύτερο μπορείς, άσχετα αν θα το δει ή θα το καταλάβει κανένας. Όπως σήμερα, που πήγα με το τρακτέρ στα βουνά να σπείρω λίγο στάρι. Οι Αιγινήτες παλιά έκαναν τρομερές εξαγωγές, λάδια, κρασί, γιατί δεν καλλιεργούνε πια τη γη; Τα αλώνια όλα είναι παρατημένα και χορταριασμένα. Πέρσι δεν έβρισκα πού ν’ αλωνίσω το στάρι μου και το αλώνισα μόνη, με ξύλα.»
Τι σχέση μπορεί να έχει το κορίτσι που ζωγράφιζε στα 17 του με τη γυναίκα που κοπανάει σήμερα με ξύλα το στάρι της;
«Μα είναι το ίδιο. Αν δεις πώς βγαίνουν τα χωράφια μου μέσα από τα χέρια μου, σαν πίνακες ζωγραφικής είναι. Τα δέντρα, τα κυκλώπεια τείχη που χτίζω στους Κατόπηδες. Τα ξεκίνησα για να στηρίξω μια ελιά, που είχαν βγει οι ρίζες της στον αέρα πάνω από το γκρεμό και μου έδινε 60 κιλά ελιές.»
Είναι αισιόδοξο να μιλάει και να σκέφτεται κάποιος έτσι στις μέρες μας, κι ειδικά όταν έχει πίσω του μια διαδρομή όπως η δική σας. Για τη συγκυρία που ζούμε τι έχετε να πείτε;
«Προσωπικά, πιστεύω ότι είναι καλύτερα να γυρίσουμε στη δραχμή. Να βγει ένα καινούριο πολιτικό κόμμα, γιατί το σημερινό πολιτικό σκηνικό είναι άχρωμο κι άοσμο, απολύτως κατώτερο των περιστάσεων, να βρεθεί ένας εθνεγέρτης που θα ανατρέψει όλα τα εγκλήματα που έχουν γίνει, να καθίσουν στο σκαμνί όσοι συμμετείχαν στο μεγάλο φαγοπότι, να τους κατασχεθούν τα κλοπιμαία, να υπάρξει δικαιοσύνη. Αυτό που πνίγει τον κόσμο είναι η αδικία, αυτό τους κάθεται στο λαιμό. Και το άλλο που πρέπει να κάνουμε όλοι μας από σήμερα κιόλας είναι να σηκώσουμε ψηλά το κεφάλι. Η χειρότερη καταστροφή που μας έχουν επιβάλλει είναι η τρομοκρατία, μας έχουν τσακίσει το ηθικό, κι έτσι περνάν όλα τα αντισυνταγματικά και παράνομα μέτρα χωρίς κανείς να τους σταματά.»
Μιλάτε για τους Έλληνες μόνο, γιατί λέγεται ότι κινδυνεύουν κι άλλες χώρες από τη δική μας λαίλαπα.
«Μιλάω για όλους τους λαούς. Και φαίνεται πως έχει μπει το σπέρμα για μια αφύπνιση κοινή. Δες τι γίνεται, σ’ όλη την Ευρώπη, την Αμερική. Αλλά και στη χώρα μας, έχουν αρχίσει και υψώνονται πολλές φωνές. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος αντίστασης στα ανθρωπόμορφα που εξαθλιώνουν όλη την ανθρωπότητα χάρη του χρήματος.»
Είναι ουτοπική για σας μια αρμονική συνύπαρξη του είδους μας;
Από το 4.000 μέχρι το 2.000 π. Χ., την περίοδο δηλαδή της γυναικοκρατίας, δεν είχαμε πολέμους. Από το 2.000 π. Χ. που ανέλαβαν οι άντρες μέχρι σήμερα είχαμε 30 μέρες ειρήνης όλες κι όλες.
Μου λέει κι άλλα, ότι σκοπεύει να βάλει δενδρολίβανο και λεβάντα για τον άρτο τον επιούσιο, και πόσο ελκυστική της φαίνεται η ιδέα μια κοινωνίας που η οικονομία της θα στηρίζεται στην ανταλλαγή υπηρεσιών και προϊόντων αντί στο χρηματοπιστωτικό σύστημα των ανθρωπόμορφων τεράτων. Φεύγω πεισμένη πως δεν είμαστε ούτε άγιοι, ούτε άγγελοι, δημιουργοί πραγματικότητας μόνο, περίπου, δηλαδή, Θεοί.
Η Ελένη Κυπραίου γεννήθηκε το 1937 και πέρασε τα πρώτα της χρόνια στη Βηρυτό του Λίβανου, όπου διετέλεσε ο πατέρας της πρέσβης για μια δεκαετία. Από μικρή μυείται στη μουσική – πιάνο, τραγούδι – χάρη στη βιολοντσελίστα μητέρα της, την πρώτη καθηγήτρια του Σκαλκώτα. Μα η σχέση της με τις τέχνες δε σταματάει εκεί. Στα 17 παρουσιάζει την πρώτη της έκθεση ως ζωγράφος, ενασχόληση που θα της κρατήσει ως τα 23 της. («Ήθελα να ζωγραφίζω μέσα σε μια έξαρση χαράς, αλλά όποτε την έβρισκα μού ερχόταν μια κατραπακιά, οπότε τα παράτησα».) Ακολουθούν οι σπουδές της, μουσική στο Ωδείο της Λυών, φιλολογία στη Σορβόννη, υποκριτική σε δραματικές σχολές του Παρισιού. Κι η κατοπινή της καριέρα, όμως, ακούγεται εξίσου μακριά από την καλλιέργεια της γης και τους καρπούς της: συγγραφέας, ηθοποιός του Εθνικού Θεάτρου, μεταφράστρια, εκφωνήτρια ραδιοφωνικών εκπομπών και η πρώτη ελληνίδα τηλεπαρουσιάστρια. Στις 23 Φεβρουαρίου του ’66, 6.30 το απόγευμα, σηκώνει την αυλαία της κρατικής τηλεόρασης, με τη φράση, «Καλησπέρα σας, από σήμερα…»
«‘Ήμουν η μοναδική υπάλληλος της τότε ΕΙΡ. Δεν υπήρχε άλλος. Εγώ τα έκανα όλα, κι έφτιαχνα τις εκπομπές, και τις παρουσίαζα, κι έλεγα τις ειδήσεις, τα πάντα. Αφού ήταν να γεννήσω την κόρη μου και μου έλεγαν, Δε μπορείς να το αναβάλεις;»
Έρχεται η χούντα, τη διώχνει σε πρώτη φάση, μετά την ξαναπαίρνει, και το ίδιο βιολί επαναλαμβάνεται με όλες τις κυβερνήσεις που συνάντησε στο δρόμο της. «Και η Ν.Δ. μ’ έδιωξε, και το ΠΑΣΟΚ – δυο φορές – και οι αποστάτες με είχαν διώξει. Ήθελαν όλοι τους δικούς τους.»
Έχετε ζήσει από μέσα τις δομές της εξουσίας στη χώρα μας τα τελευταία 50 χρόνια. Τι έχετε να πείτε για τους πολιτικούς και τις παρατάξεις με τις οποίες συνεργαστήκατε;
«Οξού όλοι! Όχι όξω, οξού! Και οι 300! Αλλά δεν είναι μόνο οι πολιτικοί και τα κόμματα, είναι η ίδια μας η κοινωνία. Είμαστε πολύ πίσω από τα γεγονότα, έτη φωτός πίσω. Ο κόσμος δεν καταλαβαίνει τίποτε.»
Τι πιστεύετε πως φταίει γι αυτό;
«Υπάρχει έλλειμμα αγάπης στην Ελλάδα. Όλοι αυτοί που βάζουνε φωτιές, που πετάνε τα σκουπίδια τους… για μένα υπάρχουν δυο ειδών έλληνες. Αυτοί που αγαπούν τη χώρα κι αυτοί που όχι μόνο δεν την αγαπούν, αλλά έχουν και μίσος, μια μανία καταστροφής.»
Θα ήθελα να μπορώ να σας πάω κόντρα, αλλά δυστυχώς ξέρουμε όλοι ότι κάπως έτσι είναι τα πράγματα. Οπότε τι προτείνετε σαν τρόπο δράσης;
«Για μένα η λύση είναι το προσωπικό παράδειγμα. Να κάνεις ό, τι καλύτερο μπορείς, άσχετα αν θα το δει ή θα το καταλάβει κανένας. Όπως σήμερα, που πήγα με το τρακτέρ στα βουνά να σπείρω λίγο στάρι. Οι Αιγινήτες παλιά έκαναν τρομερές εξαγωγές, λάδια, κρασί, γιατί δεν καλλιεργούνε πια τη γη; Τα αλώνια όλα είναι παρατημένα και χορταριασμένα. Πέρσι δεν έβρισκα πού ν’ αλωνίσω το στάρι μου και το αλώνισα μόνη, με ξύλα.»
Τι σχέση μπορεί να έχει το κορίτσι που ζωγράφιζε στα 17 του με τη γυναίκα που κοπανάει σήμερα με ξύλα το στάρι της;
«Μα είναι το ίδιο. Αν δεις πώς βγαίνουν τα χωράφια μου μέσα από τα χέρια μου, σαν πίνακες ζωγραφικής είναι. Τα δέντρα, τα κυκλώπεια τείχη που χτίζω στους Κατόπηδες. Τα ξεκίνησα για να στηρίξω μια ελιά, που είχαν βγει οι ρίζες της στον αέρα πάνω από το γκρεμό και μου έδινε 60 κιλά ελιές.»
Είναι αισιόδοξο να μιλάει και να σκέφτεται κάποιος έτσι στις μέρες μας, κι ειδικά όταν έχει πίσω του μια διαδρομή όπως η δική σας. Για τη συγκυρία που ζούμε τι έχετε να πείτε;
«Προσωπικά, πιστεύω ότι είναι καλύτερα να γυρίσουμε στη δραχμή. Να βγει ένα καινούριο πολιτικό κόμμα, γιατί το σημερινό πολιτικό σκηνικό είναι άχρωμο κι άοσμο, απολύτως κατώτερο των περιστάσεων, να βρεθεί ένας εθνεγέρτης που θα ανατρέψει όλα τα εγκλήματα που έχουν γίνει, να καθίσουν στο σκαμνί όσοι συμμετείχαν στο μεγάλο φαγοπότι, να τους κατασχεθούν τα κλοπιμαία, να υπάρξει δικαιοσύνη. Αυτό που πνίγει τον κόσμο είναι η αδικία, αυτό τους κάθεται στο λαιμό. Και το άλλο που πρέπει να κάνουμε όλοι μας από σήμερα κιόλας είναι να σηκώσουμε ψηλά το κεφάλι. Η χειρότερη καταστροφή που μας έχουν επιβάλλει είναι η τρομοκρατία, μας έχουν τσακίσει το ηθικό, κι έτσι περνάν όλα τα αντισυνταγματικά και παράνομα μέτρα χωρίς κανείς να τους σταματά.»
Μιλάτε για τους Έλληνες μόνο, γιατί λέγεται ότι κινδυνεύουν κι άλλες χώρες από τη δική μας λαίλαπα.
«Μιλάω για όλους τους λαούς. Και φαίνεται πως έχει μπει το σπέρμα για μια αφύπνιση κοινή. Δες τι γίνεται, σ’ όλη την Ευρώπη, την Αμερική. Αλλά και στη χώρα μας, έχουν αρχίσει και υψώνονται πολλές φωνές. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος αντίστασης στα ανθρωπόμορφα που εξαθλιώνουν όλη την ανθρωπότητα χάρη του χρήματος.»
Είναι ουτοπική για σας μια αρμονική συνύπαρξη του είδους μας;
Από το 4.000 μέχρι το 2.000 π. Χ., την περίοδο δηλαδή της γυναικοκρατίας, δεν είχαμε πολέμους. Από το 2.000 π. Χ. που ανέλαβαν οι άντρες μέχρι σήμερα είχαμε 30 μέρες ειρήνης όλες κι όλες.
Μου λέει κι άλλα, ότι σκοπεύει να βάλει δενδρολίβανο και λεβάντα για τον άρτο τον επιούσιο, και πόσο ελκυστική της φαίνεται η ιδέα μια κοινωνίας που η οικονομία της θα στηρίζεται στην ανταλλαγή υπηρεσιών και προϊόντων αντί στο χρηματοπιστωτικό σύστημα των ανθρωπόμορφων τεράτων. Φεύγω πεισμένη πως δεν είμαστε ούτε άγιοι, ούτε άγγελοι, δημιουργοί πραγματικότητας μόνο, περίπου, δηλαδή, Θεοί.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ο σχολιασμός επιτρέπεται μόνο σε εγγεγραμμένους χρήστες