Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Υπομονή μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2014 πρέπει να κάνουν όσοι θέλουν να έχουν πιο σαφή εικόνα για τις επιδόσεις των ελληνικών τραπεζών στα επικείμενα –και καθοριστικά– ευρωπαϊκά stress test.
Οι εγχώριοι
πιστωτικοί όμιλοι ολοκληρώνουν σε περίπου ένα μήνα, με την ανακοίνωση
των αποτελεσμάτων, τα πρώτα εγχώρια stress tests και αμέσως ετοιμάζονται
για τη δεύτερη στη σειρά άσκηση που θα κρίνει την είσοδό τους στον
Ενιαίο Μηχανισμό Εποπτείας.
Είναι γεγονός ότι ακριβώς λόγω αυτής της μετάβασης έχουν ορισμένα πλεονεκτήματα έναντι πολλών, αν όχι όλων των ευρωπαϊκών τραπεζών. Πρώτον, θα γνωρίζουν τις κεφαλαιακές τους ανάγκες πριν από όλους –άρα θα έχουν μεγαλύτερο περιθώριο να βρουν κεφάλαια– και μάλιστα, όπως αυτές θα έχουν υπολογιστεί με το κατώτατο όριο του δείκτη κυρίων βασικών ιδίων κεφαλαίων στο 9%. Σημειώνεται ότι πανευρωπαϊκά τα ίδια κεφάλαια που είναι υποχρεωμένες να διαθέτουν οι τράπεζες πρέπει να καλύπτουν το 8% του σταθμισμένου ενεργητικού (risk weighted assets). Δεύτερον, οι ενδελεχείς έλεγχοι της BlackRock από πολλούς θεωρούνται πιο αυστηροί από τους αντίστοιχους της EBA. Αυτό βέβαια, μένει να αποδειχθεί και στην πράξη. Στην Φρανκφούρτη πάντως από τη μία θέλουν να είναι σίγουροι για τις τράπεζες που θα κληθούν να εποπτεύσουν, από την άλλη, ωστόσο, δεν δείχνουν διατεθειμένοι να σφίξουν σε υπερβολικό βαθμό... τα λουριά καθώς οι συνθήκες στην Ευρωζώνη παραμένουν ρευστές. Άρα, το πιθανότερο είναι να επιλέξουν μία μέση οδό. Με τα παραπάνω επιχειρήματα οι ελληνικές τράπεζες όντως δείχνουν να περνούν με σχετική ευκολία τα πανευρωπαϊκά stress tests, στην περίπτωση φυσικά που η άσκηση της BlackRock δεν κρύβει αρνητικές εκπλήξεις. Όπως όλα δείχνουν δεν αναμένεται να βρεθούν προ απροόπτου, με τα τελικά σχέδια αναδιάρθρωσης να καλύπτουν τις ανάγκες που θα υπολογίσει η BlackRock στο δυσμενές σενάριο. Η ειδοποιός, ωστόσο, διαφορά μεταξύ των εγχώριων stress tests και των αντίστοιχων ευρωπαϊκών δεν έχει να κάνει ούτε με τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, ούτε με την αυστηρότητα των αρμόδιων Αρχών.
Ο χρονικός
ορίζοντας των στοιχείων είναι αυτός που μετράει, αφού τα στοιχεία στα
οποία βασίζεται η μελέτη της BlackRock είναι έως το τέλος Ιουνίου 2013,
ενώ τα στοιχεία με τα οποία θα περάσουν από το “scanner” της ΕΚΤ
επεκτείνονται μέχρι το τέλος του έτους.
Συνεπώς, οι όποιες διαφορές
προκύψουν θα οφείλονται στην πιθανή επιδείνωση ή βελτίωση των συνθηκών
και επομένως και των τραπεζικών ισολογισμών σε αυτό το διάστημα.
Με άλλα λόγια, οι επιδόσεις των ελληνικών τραπεζών μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 2013 μπορούν να κάνουν τη διαφορά προς το χειρότερο αλλά και προς το καλύτερο. Οι τραπεζικές διοικήσεις το γνωρίζουν και προσπαθούν με κάθε τρόπο να εμφανίσουν καλύτερη εικόνα.
Γιατί τα μη εξυπηρετούμενα
δάνεια συνεχίζουν να αυξάνονται –έστω με πιο ήπιο ρυθμό– όμως στο
δεύτερο εξάμηνο του έτους έχει σημειωθεί σημαντική αύξηση του
επιτοκιακού περιθωρίου, γεγονός που βελτιώνει τα “βιβλία” των τραπεζών.
Μάλιστα, δεν είναι λίγοι αυτοί που εκτιμούν ότι κυρίως στο δ΄ τρίμηνο του έτους τα οικονομικά στοιχεία των ελληνικών τραπεζών θα βελτιωθούν σε ικανό βαθμό για να αλλάξει άρδην η εικόνα τους και να τους επιτρέψει να ελπίζουν σε βιώσιμη κερδοφορία στο μέλλον. Κατά συνέπεια, πολλά θα κριθούν στα αποτελέσματα έτους που αναμένεται να ανακοινωθούν στο α΄ τρίμηνο του 2014. |
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ο σχολιασμός επιτρέπεται μόνο σε εγγεγραμμένους χρήστες